- νηρή
- νηρόςfreshfem nom/voc sg (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
νηρῆι — νηρῇ , νηρός fresh fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλινήρη — κλῑνήρη , κλινήρης ill in bed neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) κλῑνήρη , κλινήρης ill in bed masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) κλῑνήρη , κλινήρης ill in bed masc/fem acc sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
AQUA — I. AQUA Vide infra Daphne. II. AQUA ab Dorico αἰκὸς, h. e. aequus sive levis, Voss. Orat. Institut. l. 4. c. 6. Etsi nec absurde Caes. Scaliger in Theophr. de Plant. L. 1. ubi et Graecos sic appellâsse antiquitus, colligit ex nomine ᾿αχελῶος. Ob… … Hofmann J. Lexicon universale
Υακινθίδες — Οι 6 κόρες του βασιλιά της Αθήνας Ερεχθέα, ή, κατ’ άλλη εκδοχή, οι 4 κόρες του Υάκινθου, Σπαρτιάτη που βρισκόταν στην Αθήνα την εποχή που την πόλη πολιορκούσε ο Μίνωας. Οι κόρες του Ερεχθέα λέγονταν Πρωτογένεια, Πανδώρα, Πρόκρις, Κρέουσα,… … Dictionary of Greek
Φορκίδες — οι, ΝΑ μυθ. οι κόρες τού Φόρκυνος και τής Κητούς, οι Γραίες, οι Γοργόνες και οι Σειρήνες, που αποτελούσαν σύμβολα εξαιρετικής ασχήμιας, αλλ. Φορκυάδες αρχ. τίτλος έργου τού Αισχύλου. [ΕΤΥΜΟΛ. < Φόρκυς + κατάλ. ίς, ίδος (πρβλ. Νηρη ίδες), βλ.… … Dictionary of Greek